Τετάρτη 31 Αυγούστου 2011

Το χέρι που σε ταΐζει, δεν το δαγκώνεις

Ξέρεις τι δουλειά κάνω;
Είμαι πασπαρτού, σε μια επιχείρηση στολισμών για γάμους και βαφτίσεις. Άσσος ρε παιδί μου. Επιτελώ μέγιστο έργο καλύπτοντας όλες τις πιθανές θέσεις εργασίας και συμφέρω γιατί κοστίζω ελάχιστα. Είμαι wash & go, σαμπουάν και μαλακτικό μαζί. Θα κουβαλήσω κούτες, θα τις φορτώσω στο όχημα, θα στήσω τα γιορτινά σκηνικά, θα στολίσω, θα συμμαζέψω. Θα κοπώ από καμιά γυάλα που σπάει γιατί είναι τοποθετημένη ακατάλληλα στον χώρο. Τρόμαξες; Ρε το φτύνω λίγο και είναι οκ. Ύστερα θα στοιβαχτώ στο μικρό φορτηγάκι με μερικά βαριά γυαλικά στην αγγάλη μου. Κάτι στα πόδια, κάτι στα χέρια, κάτι στο κεφάλι.
Αφού φτάσουμε σχεδόν αβλαβής στον ναό, θα φορέσουμε την μάσκα του ευτυχισμένου εργάτη που νιώθει ρίγη ικανοποίησης για την στιγμή που δημιουργεί. Στο μυστήριο, θα σερβίρω χυμούς και λικεράκια, θα μοιράσω μπομπονιέρες και ζαχαρωτά, θα αλλάξω τις φόρμες μου εν τάχει, με μακρύ γυαλιστερό και λαμπυρίζον φόρεμα, ούτως ώστε να δώσω την εντύπωση της παρανύμφου ή κατά περίπτωση της νεράιδας.
Γελάς; Σου δίνω το ελεύθερο μεταξύ μας. Μέσα στο γυαλιστερό φόρεμα κρύβεται ένα κορμί που ζέχνει, γεμάτο γδαρσίματα από το κουβάλημα, ατάιστο για ώρες και υδρωμένο από την υπερπροσπάθεια.
Τρέχω αρπάζω την πούδρα, παφ..παφ! Αφήνω το μαλλί να πέσει ανέμελο και προσπαθώ να μην δείχνω την αίσθηση αηδίας που μου δημιουργείται καθώς κολλάνε οι τρίχες στην υγρή μου πλάτη. Παφ..παφ! Όμόρφυνά;
Νύφες και γαμπροί, παρανυφάκια, συμπέθεροι, κουμπάροι, φίλοι από τα παλιά, άγνωστοι τριτοτέταρτοι συγγενείς που ήρθαν να φάνε.
Χειροκροτάω. Χαμογελώ και κάνω νάζι. Ανήκω στο ντεκόρ. Κάνω νεύμα στην κολλητή μου - συνάδελφος ότι πείνασα. Ντυμένη κι αυτή Αφροδίτη της Μήλου χαρίζει χαμόγελα και σκέρτσα πανταχόθεν.
Όταν το τζέρτζελο λήξει, τρέχοντας θα πάω στο πίσω μέρος της εκκλησίας να φορέσω και πάλι τις φόρμες μου.
Ναι, θα ξεγυμνωθώ πίσω από τον ιερό ναό. Έχει πλάκα αυτό, με ιντριγκάρει.
Έπειτα ,στο ίδιο έργο θεατές, με μηχανικές κινήσεις, θα μαζέψουμε τα απομεινάρια της πιο ευτυχισμένης στιγμής ενός ζεύγους. Φόρτωμα, δρόμος του γυρισμού και επανατοποθέτηση στην αποθήκη της απελπισίας - με ταχύτατους ρυθμούς γιατί το χρονόμετρο κυλάει και το αφεντικό πληρώνει -
Βέβαια, είμαστε ανεξάρτητοι υπάλληλοι εμείς, free-lancers. Έφαγα προχτές μια καρέκλα στο κεφάλι, από μια στοίβα παιδικά ξύλινα καρεκλάκια που δεν ήταν καλά στηριγμένη. Ε, αυτό δεν πέρασε με φτύσιμο, πόνεσα.
Φέτος που λες, κρίση. Υπεστήκαμε μείωση αποδοχών. Μας έκανε τα 6, 5. Το παράδοξο είναι η φράση που ξεστόμισε το boss τώρα τελευταία, «Καλύτερα πάει η δουλειά φέτος, δόξα τον Θεό».
- Θεός αν είναι, κι αν μ’ αγαπάει κανείς.. σιγοτραγουδώ σιωπηρά.
Αλλά δεν θέλω να φανώ καχύποπτη, το χέρι που σε ταΐζει δεν το δαγκώνεις. Έτσι δεν λένε; Φαίνεται θα ακρίβυναν τα κουφέτα και κόβει από μας.